Το λιγούστρο ή λιγκούστρο (Ligustrum) είναι γένος αειθαλών ή φυλλοβόλων θάμνων, οι οποίοι μπορεί να γίνουν δέντρα μικρού ή μεσαίου μεγέθους.
Ανήκει στα ελαιοειδή. Το γένος απαρτίζεται από σαράντα περίπου γένη. Τα λιγούστρα χρησιμοποιούνται κυρίως για την δημιουργία φυτοφρακτών και πράσινων πλαισίων, ενώ μπορούν να φυτευτούν και σε γλάστρες.
Είναι ημισκιόφυτα και φωτόφυτα και αναπτύσσονται σε καλά στραγγιζόμενα εδάφη. Πολλαπλασιάζονται με σπόρους και με μοσχεύματα. Οι δενδρώδεις ποικιλίες πολλαπλασιάζονται με σπόρους , μοσχεύματα και παραφυάδες.
Τα λιγούστρα είναι θάμνοι ή μικρά δέντρα, τα οποία μπορούν να φτάσουν σε ύψος έξι μέτρων ή και μεγαλύτερο, ανάλογα με το είδος. Τα φύλλα τους είναι απλά, επιμήκη ή οβάλ και έχουν αντίθετη φυλλοταξία.
Ανθίζουν την άνοιξη και το καλοκαίρι συνήθως από μέσα Μαίου μέχρι και μέσα Ιουλίου ανάλογα με την περιοχή, τα μικρά λευκά άνθη τους σχηματίζουν κωνικές ταξιανθίες.
Τα άνθη αποτελούνται από τέσσερα πέταλα ενωμένα στο βασικό τους μισό. Οι καρποί είναι μικρά κηρώδη μπλε και μαύρα μούρα που παραμένουν πάνω στο φυτό το χειμώνα.
Τα φυτά είναι ολόκληρα τοξικά, συμπεριλαμβανομένων των καρπών. Η τοξική ουσία που παράγουν τα λιγούστρα είναι ένα γλυκοσίδιο, η συριγκίνη ή λιγουστρίνη, η οποία είναι ερεθιστική για τον άνθρωπο και μπορεί να προκαλέσει ναυτία, εμετό, διάρροια και κοιλιακές κράμπες, αλλά δεν υπάρχει καταγεγραμμένη περίπτωση δηλητηρίασης στον άνθρωπο από λιγούστρο. Αντίθετα, το φυτό είναι δηλητηριώδες για τα μηρυκαστικά.
Εκχυλίσματα των διαφόρων ειδών λιγούστρου φαίνεται ότι έχουν αντιοξειδωτική (προστατεύουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια από την αιμόλυση), αντιφλεγμονώδη και ηπατοπροστατευτική δράση.
Θεωρείται επίσης ότι ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και βοηθάει στην πρόληψη του καρκίνου, αν και τα στοιχεία δεν είναι αρκετά. Εκχύλισμα από τα φύλλα του είδους L. robustum χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή κινεζική ιατρική.
Παράγει νέκταρ και γύρη σε μεγάλη ποσότητα και πυκνότητα, με σάκχαρα στο νέκταρ που αγγίζουν μέχρι και το 40%.
Ανήκει στα ελαιοειδή. Το γένος απαρτίζεται από σαράντα περίπου γένη. Τα λιγούστρα χρησιμοποιούνται κυρίως για την δημιουργία φυτοφρακτών και πράσινων πλαισίων, ενώ μπορούν να φυτευτούν και σε γλάστρες.
Είναι ημισκιόφυτα και φωτόφυτα και αναπτύσσονται σε καλά στραγγιζόμενα εδάφη. Πολλαπλασιάζονται με σπόρους και με μοσχεύματα. Οι δενδρώδεις ποικιλίες πολλαπλασιάζονται με σπόρους , μοσχεύματα και παραφυάδες.
Τα λιγούστρα είναι θάμνοι ή μικρά δέντρα, τα οποία μπορούν να φτάσουν σε ύψος έξι μέτρων ή και μεγαλύτερο, ανάλογα με το είδος. Τα φύλλα τους είναι απλά, επιμήκη ή οβάλ και έχουν αντίθετη φυλλοταξία.
Ανθίζουν την άνοιξη και το καλοκαίρι συνήθως από μέσα Μαίου μέχρι και μέσα Ιουλίου ανάλογα με την περιοχή, τα μικρά λευκά άνθη τους σχηματίζουν κωνικές ταξιανθίες.
Τα άνθη αποτελούνται από τέσσερα πέταλα ενωμένα στο βασικό τους μισό. Οι καρποί είναι μικρά κηρώδη μπλε και μαύρα μούρα που παραμένουν πάνω στο φυτό το χειμώνα.
Τα φυτά είναι ολόκληρα τοξικά, συμπεριλαμβανομένων των καρπών. Η τοξική ουσία που παράγουν τα λιγούστρα είναι ένα γλυκοσίδιο, η συριγκίνη ή λιγουστρίνη, η οποία είναι ερεθιστική για τον άνθρωπο και μπορεί να προκαλέσει ναυτία, εμετό, διάρροια και κοιλιακές κράμπες, αλλά δεν υπάρχει καταγεγραμμένη περίπτωση δηλητηρίασης στον άνθρωπο από λιγούστρο. Αντίθετα, το φυτό είναι δηλητηριώδες για τα μηρυκαστικά.
Εκχυλίσματα των διαφόρων ειδών λιγούστρου φαίνεται ότι έχουν αντιοξειδωτική (προστατεύουν τα ερυθρά αιμοσφαίρια από την αιμόλυση), αντιφλεγμονώδη και ηπατοπροστατευτική δράση.
Θεωρείται επίσης ότι ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και βοηθάει στην πρόληψη του καρκίνου, αν και τα στοιχεία δεν είναι αρκετά. Εκχύλισμα από τα φύλλα του είδους L. robustum χρησιμοποιούνται στην παραδοσιακή κινεζική ιατρική.
Παράγει νέκταρ και γύρη σε μεγάλη ποσότητα και πυκνότητα, με σάκχαρα στο νέκταρ που αγγίζουν μέχρι και το 40%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου