Μια νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Ουψάλα δείχνει ότι η ποιότητα του περιεχόμενου λίπους στη τροφή, παίζει σημαντικό ρόλο στο που θα τοποθετηθεί το λίπος.
Η συγκεκριμένη μελέτη είναι η πρώτη μελέτη σε ανθρώπους που δείχνει ότι η σύνθεση του λίπους της τροφής δεν επηρεάζει μόνο τα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα αλλά επίσης καθορίζει που θα αποθηκεύεται το λίπος στο σώμα. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο αμερικανικό περιοδικό "Diabetes"
Στη μελέτη συμμετείχαν 39 νέοι ενήλικες άνδρες και γυναίκες με φυσιολογικό βάρος, που έτρωγαν 750 επιπλέον θερμίδες την ημέρα για επτά εβδομάδες.
Ο στόχος ήταν να αποκτήσουν τρία τοις εκατό του αρχικού βάρους τους. Η μελέτη έτυχε ιδιαίτερης προσοχής όταν ξεκίνησε το 2011, επειδή ένα μέρος των επιπλέον θερμίδων λήφθησαν με τη μορφή των muffins με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος, ψημένο στο εργαστήριο από τον Fredrik Rosqvist, υποψήφιος διδάκτορας και πρώτη συγγραφέας της μελέτης.
Το 50% των συμμετεχόντων (με τυχαία επιλογή) πήρε το πλεόνασμα θερμίδων από πολυακόρεστα λίπη (ηλιέλαιο), ενώ οι άλλοι μισοί πήραν το πλεόνασμα θερμίδων τους από κορεσμένα λίπη (φοινικέλαιο). Και στις δύο ομάδες υπήρχε η ίδια ποσότητα ζάχαρης, υδατανθράκων, λίπους και πρωτεΐνης. Η μόνη διαφορά μεταξύ των muffins ήταν το είδος του λίπους που περιείχαν.
Η αύξηση του σωματικού λίπους και η κατανομή του λίπους στο σώμα μετρήθηκε χρησιμοποιώντας μια μαγνητική τομογραφία ( MRI σαρώσεις ) πριν και μετά την αύξηση του σωματικού βάρους , όπως επίσης και η μυϊκή μάζα στο σώμα. Γονιδιακή δραστηριότητα μετρήθηκε στο κοιλιακό σπλαχνικού λίπους πριν και μετά την αύξηση του σωματικού βάρους.
Παρά την ύπαρξη συγκρίσιμων αυξήσεων βάρους μεταξύ των δύο ομάδων που πήραν μέρος στην έρευνα, η κατανάλωση πλεονάσματος των κορεσμένων λιπαρών προκάλεσε αξιοσημείωτα μεγαλύτερη αύξηση στην ποσότητα του λίπους στο ήπαρ και την κοιλία (ιδιαίτερα το λίπος που περιβάλλει τα εσωτερικά όργανα, το σπλαχνικό λίπος ) σε σύγκριση με την κατανάλωση πολυακόρεστων λιπαρών.
Επιπλέον, το συνολικό σωματικό λίπος ήταν μεγαλύτερο στην ομάδα κορεσμένου λίπους , ενώ, από την άλλη πλευρά, η αύξηση της μυϊκής μάζας ήταν τρεις φορές μικρότερη στην ομάδα που κατανάλωνε κορεσμένα λιπαρά σε σύγκριση με εκείνους που έτρωγαν πολυακόρεστα λιπαρά.
Έτσι, η αύξησης του σωματικού βάρους στην ομάδα που κατανάλωνε πολυακόρεστα ήταν αποτέλεσμα αύξησης της μυϊκής μάζας. Τα αποτελέσματα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστεί κανείς ότι το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες έχει θετικό ενεργειακό ισοζύγιο και ότι προοδευτικά αυξάνει το σωματικό βάρος.
«Το σπλαχνικό και ηπατικό λίπος δείχνει να έχουν κάποια συμμετοχή σε μια σειρά από μεταβολικές διαταραχές. Τα παραπάνω ευρήματα αποκτούν μία ιδιαίτερη σημασία για άτομα που παρουσιάζουν μία σειρά από μεταβολικές διαταραχές όπως ο διαβήτης. Παραπέρα η επιβεβαίωση της αύξησης της μυϊκής μάζας μετά από την κατανάλωση πολυακόρεστων θα αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την διατροφή των ηλικιωμένων όπου παρατηρείτε μία σημαντική μείωση του μυϊκού ιστού» σύμφωνα με τον επικεφαλή της έρευνας Ulf Riserus , αναπληρωτή καθηγητή.
Γενικά έχει φανεί ότι στην εκδήλωση καρδιοαγγειακών νοσημάτων και διαβήτη τύπου 2 έχει σημασία το πού είναι τοποθετημένο το σωματικό λίπος και όχι πόσο είναι αυτό πάνω στο σώμα. Η συνύπαρξη αυξημένου σπλαχνικού λίπους, μαζί με ένα υψηλό ποσοστό λίπους στο ήπαρ, συνδέεται στενά με αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη διαβήτη τύπου-2 .
Μια σειρά από μελέτες έχουν δείξει ότι η υψηλότερη παρουσία πολυακόρεστων λιπών στη διατροφή, προερχόμενα από φυτικά έλαια και ξηρούς καρπούς, συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, χωρίς όμως να είναι ξεκάθαρος ο μηχανισμός μέσα από τον οποίο αυτό προκαλείται. Χρησιμοποιώντας όμως σαν βάση τα αποτελέσματα της μελέτης σχετικά με την επίδραση των πολυακόρεστων στο τρόπο κατανομής του λίπους μπορεί να υπάρξει μία σχετική ερμηνεία.
Παραπέρα οι ερευνητές μπορέσαν να εντοπίσουν λόγο της υπερκατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών μια πιθανή ενεργοποίηση γονιδίων στο λιπώδη ιστό που από την μία προδιαθέτουν για την τοποθέτηση λίπους στην περιοχή της κοιλιάς και από την άλλη προκαλούν διαταραχή στη ρύθμιση της ινσουλίνης. Ακριβώς αντίθετη συμπεριφορά στα γονίδια φαίνεται να προκαλούν τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα.
Σε κάθε περίπτωση οι ερευνητές τονίζουν ότι θα πρέπει να υπάρξουν περισσότερες μελέτες σχετικά με ην επίδραση της ποιότητας του λίπους και την μακροχρόνια κατανάλωσή του, στην υγεία του ανθρώπου, ώστε να μπορέσουν να γίνουν πιο κατανοητοί οι μηχανισμοί μέσα από τους οποίους μπορεί να δράσει.
Η συγκεκριμένη μελέτη είναι η πρώτη μελέτη σε ανθρώπους που δείχνει ότι η σύνθεση του λίπους της τροφής δεν επηρεάζει μόνο τα επίπεδα χοληστερόλης στο αίμα αλλά επίσης καθορίζει που θα αποθηκεύεται το λίπος στο σώμα. Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο αμερικανικό περιοδικό "Diabetes"
Στη μελέτη συμμετείχαν 39 νέοι ενήλικες άνδρες και γυναίκες με φυσιολογικό βάρος, που έτρωγαν 750 επιπλέον θερμίδες την ημέρα για επτά εβδομάδες.
Ο στόχος ήταν να αποκτήσουν τρία τοις εκατό του αρχικού βάρους τους. Η μελέτη έτυχε ιδιαίτερης προσοχής όταν ξεκίνησε το 2011, επειδή ένα μέρος των επιπλέον θερμίδων λήφθησαν με τη μορφή των muffins με υψηλή περιεκτικότητα σε λίπος, ψημένο στο εργαστήριο από τον Fredrik Rosqvist, υποψήφιος διδάκτορας και πρώτη συγγραφέας της μελέτης.
Το 50% των συμμετεχόντων (με τυχαία επιλογή) πήρε το πλεόνασμα θερμίδων από πολυακόρεστα λίπη (ηλιέλαιο), ενώ οι άλλοι μισοί πήραν το πλεόνασμα θερμίδων τους από κορεσμένα λίπη (φοινικέλαιο). Και στις δύο ομάδες υπήρχε η ίδια ποσότητα ζάχαρης, υδατανθράκων, λίπους και πρωτεΐνης. Η μόνη διαφορά μεταξύ των muffins ήταν το είδος του λίπους που περιείχαν.
Η αύξηση του σωματικού λίπους και η κατανομή του λίπους στο σώμα μετρήθηκε χρησιμοποιώντας μια μαγνητική τομογραφία ( MRI σαρώσεις ) πριν και μετά την αύξηση του σωματικού βάρους , όπως επίσης και η μυϊκή μάζα στο σώμα. Γονιδιακή δραστηριότητα μετρήθηκε στο κοιλιακό σπλαχνικού λίπους πριν και μετά την αύξηση του σωματικού βάρους.
Παρά την ύπαρξη συγκρίσιμων αυξήσεων βάρους μεταξύ των δύο ομάδων που πήραν μέρος στην έρευνα, η κατανάλωση πλεονάσματος των κορεσμένων λιπαρών προκάλεσε αξιοσημείωτα μεγαλύτερη αύξηση στην ποσότητα του λίπους στο ήπαρ και την κοιλία (ιδιαίτερα το λίπος που περιβάλλει τα εσωτερικά όργανα, το σπλαχνικό λίπος ) σε σύγκριση με την κατανάλωση πολυακόρεστων λιπαρών.
Επιπλέον, το συνολικό σωματικό λίπος ήταν μεγαλύτερο στην ομάδα κορεσμένου λίπους , ενώ, από την άλλη πλευρά, η αύξηση της μυϊκής μάζας ήταν τρεις φορές μικρότερη στην ομάδα που κατανάλωνε κορεσμένα λιπαρά σε σύγκριση με εκείνους που έτρωγαν πολυακόρεστα λιπαρά.
Έτσι, η αύξησης του σωματικού βάρους στην ομάδα που κατανάλωνε πολυακόρεστα ήταν αποτέλεσμα αύξησης της μυϊκής μάζας. Τα αποτελέσματα αυτά έχουν ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστεί κανείς ότι το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού στις ανεπτυγμένες χώρες έχει θετικό ενεργειακό ισοζύγιο και ότι προοδευτικά αυξάνει το σωματικό βάρος.
«Το σπλαχνικό και ηπατικό λίπος δείχνει να έχουν κάποια συμμετοχή σε μια σειρά από μεταβολικές διαταραχές. Τα παραπάνω ευρήματα αποκτούν μία ιδιαίτερη σημασία για άτομα που παρουσιάζουν μία σειρά από μεταβολικές διαταραχές όπως ο διαβήτης. Παραπέρα η επιβεβαίωση της αύξησης της μυϊκής μάζας μετά από την κατανάλωση πολυακόρεστων θα αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο για την διατροφή των ηλικιωμένων όπου παρατηρείτε μία σημαντική μείωση του μυϊκού ιστού» σύμφωνα με τον επικεφαλή της έρευνας Ulf Riserus , αναπληρωτή καθηγητή.
Γενικά έχει φανεί ότι στην εκδήλωση καρδιοαγγειακών νοσημάτων και διαβήτη τύπου 2 έχει σημασία το πού είναι τοποθετημένο το σωματικό λίπος και όχι πόσο είναι αυτό πάνω στο σώμα. Η συνύπαρξη αυξημένου σπλαχνικού λίπους, μαζί με ένα υψηλό ποσοστό λίπους στο ήπαρ, συνδέεται στενά με αυξημένο κίνδυνο για την ανάπτυξη διαβήτη τύπου-2 .
Μια σειρά από μελέτες έχουν δείξει ότι η υψηλότερη παρουσία πολυακόρεστων λιπών στη διατροφή, προερχόμενα από φυτικά έλαια και ξηρούς καρπούς, συνδέεται με μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, χωρίς όμως να είναι ξεκάθαρος ο μηχανισμός μέσα από τον οποίο αυτό προκαλείται. Χρησιμοποιώντας όμως σαν βάση τα αποτελέσματα της μελέτης σχετικά με την επίδραση των πολυακόρεστων στο τρόπο κατανομής του λίπους μπορεί να υπάρξει μία σχετική ερμηνεία.
Παραπέρα οι ερευνητές μπορέσαν να εντοπίσουν λόγο της υπερκατανάλωσης κορεσμένων λιπαρών μια πιθανή ενεργοποίηση γονιδίων στο λιπώδη ιστό που από την μία προδιαθέτουν για την τοποθέτηση λίπους στην περιοχή της κοιλιάς και από την άλλη προκαλούν διαταραχή στη ρύθμιση της ινσουλίνης. Ακριβώς αντίθετη συμπεριφορά στα γονίδια φαίνεται να προκαλούν τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα.
Σε κάθε περίπτωση οι ερευνητές τονίζουν ότι θα πρέπει να υπάρξουν περισσότερες μελέτες σχετικά με ην επίδραση της ποιότητας του λίπους και την μακροχρόνια κατανάλωσή του, στην υγεία του ανθρώπου, ώστε να μπορέσουν να γίνουν πιο κατανοητοί οι μηχανισμοί μέσα από τους οποίους μπορεί να δράσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου